Σάββατο, Απριλίου 10, 2010

Μας σπρώχνουν κι άλλο προς το ΔΝΤ


Ασφυκτική πλέον η πίεση προς τη χώρα μας για χρήση του μηχανισμού στήριξης, τον οποίο αποφάσισαν οι Βρυξέλλες - και στον οποίο συμμετέχει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. "Είναι ένας μηχανισμός που υπάρχει και μπορεί να χρησιμοποιηθεί" δηλώνει για πρώτη φορά σε συνέντευξή του στο Βήμα της Κυριακής ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, αναφέροντας ότι "δεν ήταν και δεν είναι πρώτη μας επιλογή" αλλά ότι "αν χρειαστεί υπάρχει".

Την Κυριακή στις τρεις (ώρα Ελλάδας) συνεδριάζει μέσω τηλεδιάσκεψης εκτάκτως το Eurogroup - οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης - με τα στελέχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, υπό την προεδρία του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ. Στόχος είναι η τυπική επικύρωση του συγκεκριμένου πλέον πακέτου βοήθειας. Η χώρα μας αναμένεται να λάβει ποσό που θα προσεγγίζει τα 25 δισ. ευρώ με επιτόκιο χαμηλότερο από αυτό της αγοράς, αλλά όχι "χαριστικό" - γύρω στο 5,5%. Η αυριανή συνεδρίαση είναι ουσιαστικά το τελευταίο βήμα πίεσης προς την Ελλάδα για να πάρει αυτή τη βοήθεια.

Σημειώνεται, ότι τελευταίο χρονικά "χτύπημα" στην ελληνική οικονομία ήταν η νέα υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, από τον οίκο αξιολόγησης Fitch, κατά δυο βαθμίδες σε ΒΒΒ- (στο κατώτατο όριο που δέχεται η ΕΚΤ ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο για χορήγηση δανείων) από ΒΒΒ+ , διατηρώντας αρνητικό outlook. Όπως αναφέρει ο οίκος, η υποβάθμιση αντανακλά τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα για την στρατηγική της κυβέρνησης εν μέσω αυξημένης μεταβλητότητας στις κεφαλαιαγορές αλλά και των αντίστροφων τάσεων στην οικονομική ανάπτυξη και του αυξημένου επιτοκιακού κόστους που καλείται να αντιμετωπίσει η Ελλάδα.

Οι κινήσεις αυτές αν και δυσάρεστες αντικατοπτρίζουν την πραγματική εικόνα της ελληνικής οικονομίας, καθώς οι αγορές δεν έχουν άλλο τρόπο να αντιμετωπίσουν τις επισφάλειες της οικονομίας και έτσι αυξάνουν τα επιτόκια. Και αυτό συμβαίνει γιατί η Ελλάδα έχει νόμισμα το ευρώ το οποίο δεν μπορεί να υποβαθμιστεί και έτσι ο μόνος τρόπος αντίδρασης από τις αγορές - αφού δεν υπάρχει πια το ενδεχόμενο υποτίμησης της δραχμής - είναι να αυξάνουν τα επιτόκια.

Η τελευταία υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Fitch είχε γινει τον Δεκέμβριο και αυτό αποδεικνύει περίτρανα ότι η ελληνική κυβέρνηση κινείται με χαμηλούς ρυθμούς και χωρίς αντανακλαστικά, έχοντας υποβαθμίσει την αναγκαιότητα ανακοίνωσης μέτρων ανάπτυξης, έτσι ώστε να δημιουργήσει καλό κλίμα πρώτα στο εσωτερικό και μετέπειτα και στις παγκόσμιες αγορές. Και η ανακοίνωση θα δημιουργήσει μόνο κλίμα το οποίο είναι σημαντικό για τις αγορές, μιας και τα αποτελέσματα των όποιων μέτρων ανάπτυξης θα φανούν μακροπρόθεσμα. Όσο όμως οι αγορές βλέπουν αυτή την ολιγωρία αυξάνονται οι αμφιβολίες τους για τη βιωσιμότητα της ελληνικής οικονομίας και κατά συνέπεια και τα επιτόκια.

Η κυβέρνηση φαίνεται να γνώριζε από νωρίς το πρωί αυτή την δυσάρεστη εξέλιξη για την ελληνική οικονομία και για αυτό προχώρησαν σε έκτακτες συσκέψεις, προκειμένου να δουν πώς θα μαζέψουν αυτό το νέο χτύπημα. Οντως, από το ρεπορτάζ στο κυβερνητικό επιτελείο δεν προκύπτει προσφυγή στο μηχανισμό στήριξης αλλά οι κωδικοποιημένες δηλώσεις του εκπρόσωπου του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών Μίχαελ Όφερ, ότι το πακέτο διάσωσης μπορεί να ενεργοποιηθεί σύντομα, το κλείσιμο short θέσεων στο ΧΑ, η ενίσχυση του ευρώ και η πτώση των spreads δείχνουν ότι ο δρόμος έχει «στρωθεί».

Πριν από την υποβάθμιση υψηλά κέρδη σημείωσε το Χρηματιστήριο παρά τις διακυμάνσεις με τον Γενικό Δείκτη να κλείνει με κέρδη 3,40% στις 1.991,22 μονάδες και την κούρσα ανόδου έσυραν οι ελληνικές τράπεζες, οι μετοχές των οποίων έχουν άνοδο μέχρι και το 7%. Την ίδια ώρα, τα spreads συνεχίζουν να αποκλιμακώνονται και αυτή τη στιγμή βρίσκονται στις 390,2 μονάδες βάσης.

Αυτό δείχνει πως οι αγορές αντιδρούν με απόλυτα επιφυλαχτικό μάτι προς την ελληνική οικονομία, αλλά υπάρχουν κάποια θετικά σημάδια. Σε αυτό συμβάλλει και η νέα παρέμβαση του Διοικητή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κ. Τρισέ ο οποίος δήλωσε πως η χρεωκοπία της Ελλάδας δεν είναι υπό συζήτηση, αποκλείοντας έτσι ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Ωστόσο την ίδια ώρα διεθνείς οίκοι επιμένουν να "προεξοφλούν" προσφυγή της Ελλάδας στο ΔΝΤ, ακόμη και μέσα στο Σαββατοκύριακο ! 18μηνη εμπλοκή του ΔΝΤ στην Ελλάδα -αρχής γενομένης από τον Απρίλιο- “βλέπει” ο επικεφαλής οικονομολόγος της Goldman Sachs στην Ευρώπη.

Όπως ενημέρωσε με email τους κορυφαίους συνεργάτες του λίγες ώρες πριν από την συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τις δηλώσεις Τρισέ, ο Ερικ Νίλσεν εκτιμά ότι συμφωνία για εμπλοκή του ΔΝΤ-μέσω του μηχανισμού στήριξης- είναι πολύ πιθανό να κλειστεί τις αμέσως επόμενες εβδομάδες. Κατά τον κ. Νίλσεν θεωρείται μάλιστα πιθανό να τεθεί ως όρος για την ανάμιξη του ΔΝΤ η περικοπή μισθών ΚΑΙ στον ιδιωτικό τομέα της τάξης του 20%.

Συγκεκριμένα -όπως αποκαλύπτει σήμερα η εφημερίδα “Το Βήμα”- το στέλεχος της Goldman Sachs θεωρεί αναπόφευκτη τη χρήση του διμερούς μηχανισμού στήριξης που αποφασίστηκε στη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών, ενώ επισημαίνει τις ανησυχίες της επενδυτικής κοινότητας για το αν η ελληνική κυβέρνηση θα δεχθεί τους όρους που θα θέσει το ΔΝΤ για να παράσχει βοήθεια, για το ύψος της ευρωπαϊκής βοήθειας και το κόστος δανεισμού που θα προκύψει για την Ελλάδα, καθώς και για το αν τελικά το συγκεκριμένο σχήμα βοηθείας θα είναι αρκετό για τη χώρα μας.

Αλλά και οικονομολόγοι του ελβετικού οίκου UBS θεωρούν πολύ πιθανή την προσφυγή της Ελλάδας στο ΔΝΤ και μάλιστα μέσα στο Σαββατοκύριακο.

Εντωμεταξύ ξεπερνούν το 1 δισ. ευρώ οι απώλειες που καταγράφουν τράπεζες και θεσμικοί επενδυτές Ελλάδας και εξωτερικού από τις αγορές ομολόγων των πρόσφατων εκδόσεων του ελληνικού Δημοσίου. Είναι ενδεικτικό ότι το δεκαετές ομόλογο που εξέδωσε το Δημόσιο στις 4 Μαρτίου με ημερομηνία λήξης τον Ιούνιο του 2020 διαπραγματευόταν χθες στην τιμή 91,75 από 98,94 όπου είχε εκδοθεί, ενώ η απόδοσή του έφτασε το 7,4%.

Η ελληνική κυβέρνηση διαθέτει «επαρκή χρηματοδότηση» για τον Απρίλιο, ωστόσο χρειάζεται ακόμη περίπου 11 δισ. ευρώ για πληρωμές χρέους το Μάιο, στις οποίες περιλαμβάνεται η εξόφληση χρέους 8,5 δισ. ευρώ που ωριμάζει στις 19 Μαΐου.

Εντωμεταξύ στο 3,9% εκτινάχθηκε τον Μάρτιο ο πληθωρισμός, κυρίως λόγω των αυξήσεων στα καύσιμα και στο κόστος μεταφορών, αλλά και της αύξησης στα είδη ένδυσης-υπόδησης μετά το τέλος των εκπτώσεων.